Τα αγόρια των μικρών πόλεων
μετακομίσανε
στην πρωτεύουσα της νύχτας.
Γίναν δημότες των σκοτεινών δωματίων
κι αρχίσαν να συλλέγουν στην κοιλιά τους
όλες τις νύχτες που έμειναν ξύπνιοι.
Φτιάξανε ένα παιχνίδι για φαντάσματα
και οι σκιές τους όλο κάτι τους θυμίζουν.
Γίναν χειρώνακτες των μεγάλων διαρκειών,
και φλυαρούνε ακατάπαυστα στο μπαλκόνι.
Την ώρα του πρωινού
γονατίζουνε με στόματα ορθάνοιχτα
κάτω από έναν μαύρο ήλιο.
Χρονομετρούν την πίεση
σε ένα ακόμα ένα.
Διαλύονται σε μικρή ποσότητα νερού.
Πέφτουν
κι
εξαφανίζονται
μέσα στον τοίχο.
.